Εὐγένιος Δεπάστας
Εὐγένιος Δεπάστας. Γεννήθηκε στὴ Σίφνο στὶς 26 Δεκεμβρίου 1844. Ἦταν ἑτεροθαλὴς ἀδελφός τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ζ΄. Σπούδασε τὴ Θεολογία στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν. Στὴ συνέχεια πραγματοποίησε μεταπτυχιακὲς σπουδὲς στὴ Θεολογικὴ Ἀκαδημία Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ κατόπιν στὸ Βερολίνο καὶ τὴ Βόννη τῆς Γερμανίας. Τὸ 1870 συνόδευσε τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Σύρου Ἀλέξανδρο στὸ Λίβερπουλ τῆς Ἀγγλίας ὅπου καὶ χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος. Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του στὴν Ἑλλάδα ὑπηρέτησε ὡς Διευθυντὴς τῆς Ἱερατικῆς Σχολῆς Σύρου καὶ ὡς Ἐφημέριος στὴν Ἀθήνα. Τὴν 1η Αὐγούστου 1893 χειροτονήθηκε στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀθηνῶν Ἀρχιεπίσκοπος Χαλκίδος. Τὴ χειροτονία τέλεσε ὁ Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Γερμανός, συμπαραστατούμενος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Δημητριάδος Γρηγόριο καὶ τὸν Ἐπίσκοπο Θαυμακοῦ Μισαήλ. Μὲ Β.Δ. τῆς 22 Ἰανουαρίου 1900 οἱ Βόρειες Σποράδες ἀποσπάστηκαν ἀπὸ τὴν Ἐπισκοπὴ Χαλκίδος καὶ προσαρτήθηκαν στὴν Ἐπισκοπὴ Δημητριάδος. Μὲ τὸ ἴδιο Β.Δ. προσαρτήθηκε στὴν Ἐπισκοπὴ Χαλκίδος ἡ καταργηθεῖσα Ἐπισκοπή Καρυστίας. Κατόπιν τούτου ὁ τίτλος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Εὐγενίου μεταβλήθηκε ἀπὸ "Χαλκίδος" σὲ "Χαλκίδος καὶ Καρυστίας". Ἡ Καρυστία εἶχεν ἴδιον ἐπίσκοπο, τόν Μακάριο, ὁ ὁποῖος χειροτονήθηκε κατά Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1852, καί ἐποίμανε τήν ἐπισκοπή αὐτή συνεχῶς μέχρι τοῦ 1898, ὅταν παραιτήθηκε λόγῳ γήρατος. Ὁ Μητροπολίτης Εὐγένιος ἐκοιμήθη στὴ Χαλκίδα στὶς 29 Ἰουλίου 1902.